γυμνοσοφιστές

γυμνοσοφιστές
οι (Α γυμνοσοφισταί)
Ινδοί φιλόσοφοι οι οποίοι ζούσαν ασκητική ζωή στα δάση, σχεδόν γυμνοί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • γυμνής — ( ῆτος), ο (Α) 1. στρατιώτης ελαφρά οπλισμένος 2. πληθ. Γυμνῆτες, οι οι Γυμνοσοφιστές. [ΕΤΥΜΟΛ. < γυμνός, κατά το κουρήτες κ.λπ.] …   Dictionary of Greek

  • γυμνός — ή, ό (AM γυμνός, ή, όν) 1. αυτός που δεν φοράει τίποτε 2. εκείνος που δεν φοράει όλα τα απαραίτητα ενδύματα, μισοντυμένος 3. εκείνος που φοράει κουρέλια, ο ρακένδυτος 4. στερημένος από κάτι 5. αβοήθητος 6. απαλλαγμένος από κάτι 7. (για τόπους)… …   Dictionary of Greek

  • Δημόκριτος — I (Άβδηρα περ. 460 – περ. 370 π.Χ.). Φιλόσοφος. Ήταν σύγχρονος του Σωκράτη και του Πρωταγόρα. Οι πληροφορίες για τη ζωή του δεν είναι ακριβείς. Κατά την παράδοση, υπήρξε μακροβιότατος και πολυταξιδεμένος. Είχε δεχτεί τη διττή επίδραση του… …   Dictionary of Greek

  • Ονησίκρητος — (4ος αι. π.Χ.). Ιστορικός που καταγόταν από την Αστυπάλαια ή από την Αίγινα. Υπήρξε μαθητής του κυνικού Διογένη και συνόδεψε τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του. Με εντολή του Αλέξανδρου εξερεύνησε, μαζί με τον Νέαρχο, τη θαλάσσια οδό από τις… …   Dictionary of Greek

  • Φιλόστρατος — Όνομα 3 σοφιστών από τη Λήμνο. 1. (2oς αι. μ.Χ.). Έγραψε 43 τραγωδίες και 14 κωμωδίες. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο διάλογος Νέρων του Λουκιανού είναι δικός του. 2. Αναφέρεται ως Φ. ο Λήμνιος. Έζησε στα χρόνια του Καρακάλλα (211 – 217). Έγραψε:… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”